Α΄ ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΩΝ – 2017
ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ:
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: Β. ΓΚΙΚΑΠΕΠΠΑΣ – Δ. ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ, αρχιτέκτονες μηχανικοί ΕΜΠ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ: Χ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ, Ε.ΜΠΙΛΛΑ, Χ.ΤΣΑΜΗΤΡΟΥ, αρχιτέκτονες ΔΠΘ
ΣΤΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: Χ. ΓΑΝΤΕΣ, Δρ. Πολιτικός Μηχανικός, Καθηγητής ΕΜΠ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ: Ι. ΨΑΡΑΣ, Μ. ΜΠΙΛΛΗ, Κ. ΚΟΥΛΑΤΣΟΥ, πολ. μηχανικοί ΕΜΠ
Η/Μ ΜΕΛΕΤΗ: Κ.ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ – Σ.ΤΣΑΝΤΕΣ & ΣΙΑ ΕΕ
ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: Ν. ΡΟΥΣΟΣ Msc μεταλλειολόγος μηχανικός ΕΜΠ
ΠΡΟΜΕΤΡΗΣΕΙΣ-ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΣΗ: Γ.ΓΟΥΓΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΚΟΣΤΟΛΟΓΟΙ
ΑΓΩΝΟΘΕΤΗΣ: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
Οι χώροι επιβίβασης και αναχώρησης σχετίζονται κυριολεκτικά και μεταφορικά με την έννοια του ταξιδιού. Ο χρόνος της αναμονής γίνεται προσωπικός εσωτερικός χρόνος, διαστέλλοντας την έννοια του κοινού συμβατικού χρόνου. Βιώνονται ως μια επιβαλλόμενη συγκέντρωση, απαιτώντας ένα “κοινό-κενό” όπου θα χωρέσει αυτόν το χρόνο. Μια αφήγηση για τον μεταβατικό χώρο εγκατάλειψης του αστικού σχηματισμού και την φαντασιακή διαδρομή στο αφηρημένο περιβάλλον των θαλάσσιων δρόμων. Έχουν περιγραφεί ως ‘μη-τόποι’ σύμφωνα με τον ανθρωπολόγο Marc Auge, διότι – σύμφωνα με αυτόν – δεν επιτρέπουν την ταύτιση μαζί τους, δεν κοινωνούν αντιληπτικά μηνύματα και δεν αναπτύσσουν διαπροσωπικές σχέσεις. Η πρόταση, στον αντίποδα αυτής της θεώρησης, επιδιώκει να διαχειριστεί και να αποδώσει χωρικά την κατάτμηση αυτού του χρόνου, ως ένα τριμερές (υποδοχή-αναμονή-μετάβαση), αλλά και τη σημασία της κτιριακής δομής, ως μια εγκατάσταση αλληλεπίδρασης σε ένα περιβάλλον λιμένος, νοηματοδοτώντας το ενεργητικά.
Ο ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΧΩΡΙΚΗΣ ΔΟΜΗΣ
Η προτεινόμενη κτιριακή δομή διαπραγματεύεται μεταφορικούς σχηματισμούς και κατασκευαστικές τεχνικές, προερχόμενες από τη ναυπηγική εμπειρία και τη σχέση με το θαλάσσιο οικοσύστημα. Ορίζεται ως γραμμική ανάπτυξη μιας μεταφορικής δομής πλοίου, ως συνθετική δομή μιας καμπύλης διατομής, σε ρυθμικές παραθετικές σχέσεις, καταλαμβάνοντας και σαρώνοντας το δεδομένο περίγραμμα των ορίων. Μια “μεταφορά” πολλαπλής ανάγνωσης, η καταγωγή της οποίας αναφέρεται αφενός στον τρόπο δομής του σκάφους και των συστατικών του μερών, αλλά και αφετέρου της χωρικότητας που εγγράφει η ιδεογραμματική δομή ενός κύματος. Ένα δάπεδο, που μετασχηματίζεται σε τοίχο, και εξελίσσεται δια της αναδίπλωσης, ως συνεχής γραμμή στέψης, ικανή να στεγάσει και να σηματοδοτήσει άμεσα μια αναπτυσσόμενη γραμμικότητα λειτουργιών, ως μια ενιαία χωρική διατομή.
Τρείς οργανωτικές τοπολογίες συνδυάζονται, συνθέτοντας ένα ενιαίο λειτουργικό σύστημα, σε καθολική ανάπτυξη:
α. η βάση αποτελεί ένα ευκρινές πεδίο διαχωρισμού των ισόγειων λειτουργιών ενός τερματικού σταθμού. Οργανώνεται σε έναν εσωτερικό δρόμο κινήσεων και γύρω από το υπερκείμενο εσωτερικό αίθριο, παρέχοντας άμεση αντιληπτική του χώρου.
β. το κέλυφος αποτελεί μια κοίλη ανάπτυξη μιας ενιαίας γραμμικής κτιριακής δομής, ως ένας ενιαίος εσωτερικός χώρος αναμονής.
γ. το belvedere, μια αστική υπερυψωμένη πλατεία, ως δυνατότητα αξιοποίησης του οπτικού πεδίου του λιμανιού.
Η επεκτασιμότητα ως προϋπόθεση συνθετικών επιλογών και γενεσιουργός παράμετρος του δομικού συστήματος
Επιλέχθηκε ένας ευέλικτος μηχανισμός, ως ρυθμική επανάληψη του ιδίου δομικού στοιχείου, που εύκολα να γίνεται αντιληπτή η επεκτασιμότητα του και η κτιριακή του ολοκλήρωση. Το σύστημα αυτό υποστηρίζει την εσωτερική διασύνδεση των 2 (ή και περισσότερων) κτιριακών φάσεων, σύμφωνα με τον προγραμματικό όρο, αποδίδοντας λειτουργική αυτονομία ανά κατασκευαστικό στάδιο. Η καμπύλη αυτή διατομή, το σχήμα της οποίας ταυτίζεται ως δομή και ως μορφή, ορίζει ταυτόχρονα και την αρχιτεκτονική ταυτότητα της πρότασης, εκφράζοντας τον καινοτόμο οραματισμό ενός στρατηγικού σχεδιασμού ανάπτυξης του λιμένος και της θαλάσσιας πύλης εισόδου στο νομό Χανιών. Οι δύο εκδοχές της, ως επάλληλης συνέχισης, αλλά και ως διαφοροποίησης των άκρων, σχετίζεται με τη διαδικασία υποδοχής και από τα 2 περιβάλλοντα, αποτελώντας συστατική ιδιότητα της κτιριακής αυτής δομής.
Το context ως παράγοντας αλληλεπίδρασης και διασύνδεσης
Το κτίριο “στρέφεται” προς τον κόλπο και τη ζωή του λιμένος, “παίρνοντας θέση”, ανήκοντας εκεί ως οργανικό μέρος του, αποδίδοντας την γραμμικότητά του και την ανάπτυξή του, ως διαλεκτικές σχέσεις με τα συμβάντα του λιμένος. Το κλειστό σχήμα του κόλπου, η περιοδικότητα δράσεων (ως ένα πεδίο με διάρκεια παραστάσεων) αντιστοιχεί σε έναν “χρόνο που περιβάλλει”, ένα ενεργό όριο και τελευταία αστική πράξη, ως χώρος ενατένισης του “έργου” που τελείται στο λιμάνι-σκηνή, όλες τις ώρες, όλες τις εποχές, όλο το χρόνο. Η κτιριακή δομή φέρει διττό ρόλο, ως εργαλείο διπλής θέασης, “αυτό που βλέπω”, ως τοπόσημο στο άκρον του λιμένος και “αυτό δια του οποίου βλέπω”, το όρια του αστικού σχηματισμού με το θαλάσσιο οικοσύστημα και τις νοητές γραμμές πλεύσης. Η αξονική σχέση – αρχής τέλους – αποδίδεται ως χειρονομία διπλού χαρακτήρα υποδοχής, τόσο από την ξηρά όσο και από τη θάλασσα, καθιστώντας το έναν αστικό υποδοχέα, μετάβασης και από τα δύο περιβάλλοντα.
Οι προγραμματικές λειτουργικές δεσμεύσεις, ως πολυπλοκότητα οργάνωσης, διαχωρισμού λειτουργιών, προσδιορισμού κινήσεων, αλλά και προσεγγίσεων από τα παρακείμενα πλοία, το καθιστούν ένα ‘κτίριο-μηχανή’ με προτεραιότητα στην επίλυση του λειτουργικού του συστήματος. Η εγκατάστασή του όμως σε ένα συγκεκριμένο τόπο, σηματοδοτεί και φορτίζει με μηνύματα την περιοχή. Το αναδιπλούμενο δάπεδο κατοικείται, αλλά και κατοικεί το ίδιο στον κλειστό κόλπο της Σούδας, ως μέρος ενός genius loci, επιδιώκοντας να προσδώσει ταυτότητα σε αυτή την εκτατή περιοχή. “Στρέφει” προς το λιμάνι και τον οικισμό μια προστατευτική κοιλότητα, ενώ προς την είσοδο του κόλπου και τα καταπλέοντα πλοία, μια διαρκώς λαμπυρίζουσα κύρτωση. Από ένα αρχικά θεωρούμενο κτίριο-μηχανή, μετατρέπεται ταυτόχρονα σε ‘μηχανή θεάσεων και διελεύσεων’, για να καταλήξει εντέλει σε ‘μηχανή συγκίνησης’, για τον τόπο και τις μνήμες που αφήνει ο ταξιδιώτης, αποτελώντας ένα τοπιακό εξάρτημα, σε εντατική σχέση με τον τόπο και το τοπίο, ως πολιτιστικός προσδιορισμός του.
f | in | p | yt | g+ | © 2024 |