ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΗΣ ΕΛΟΥΝΤΑΣ – ΚΡΗΤΗ
Β΄ βραβείο αρχιτεκτονικού διαγωνισμού – 2013
Αρχιτεκτονική μελέτη: A-G ARCHITECTS (Α.ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ – Β.ΓΚΙΚΑΠΕΠΠΑΣ)
Συνεργάτες: Αλέξανδρος Ζώμας- αρχιτέκτων
ΗΜ μελέτη : Μανώλης Κοκκινάκης – ΗΜ μηχανικός
Συγκοινωνιακή μελέτη : Φώτης Σταθόπουλος – συγκοινωνιολόγος μηχανικός
Ο δημόσιος χώρος της Ελούντας είναι ένα παραθαλάσσιο όριο, μια γραμμική ζώνη, μεταξύ θαλάσσιου και αστικού σχηματισμού και θεωρείται:
- τόπος συνάντησης, συνύπαρξης, πολυπολιτισμικότητας με ιστορικό φορτίο
- τόπος διαχείρισης του “ελεύθερου χρόνου”, βιώνοντας τη μεσογειακότητα των διακοπών, αλλά και
- ένας μεταβατικός χώρος μνήμης, τόπος αναχώρησης για τη Σπιναλόγκα – βιώνοντας την εμπειρία του “εγκλεισμού” και της διαχείρισης του σώματος – ως ένας τόπος αποχωρισμού.
Αυτός που αναχωρεί φέρει την εικόνα του τόπου του και αντίστροφα, ο τόπος επιφορτίζεται από την πράξη της αναχώρησης. Η ιδέα του ακινητοποιημένου χρόνου, η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του τόπου, ως ο ψυχικός τόνος του, αποτυπώνεται ως μια υπαρξιακή σχέση, με καταγωγικό νήμα το ίδιο το βίωμα του τόπου και το ιστορικό του τεκμήριο.
Η πρόταση :Η γραμμικότητα της περιοχής, η διαδοχή διαφορετικών τοπολογιών, η περιοδικότητα δράσεων, το γενικά κλειστό σχήμα του κόλπου, εξ ορισμού αναφέρονται σε ένα χώρο που έχει διάρκεια παραστάσεων, αντιστοιχώντας κατ’ επέκταση σε ένα χρόνο που περιβάλλει, δεκτικό στις αφηγήσεις. Εργαλείο για αυτήν την προσέγγιση, αποτελεί η “μεταφορά». 4 αστικές “πράξεις” συγκροτούν το νοηματικό περιεχόμενο της πρότασης, τη μετατροπή του χώρου σε μια αφηγηματική κατασκευή.
α. η αστική σκηνή – ως ο χώρος της κεντρικής πλατείας
β. η εσπλανάδα – ως η παραλιακή διαδρομή
γ. το ανοιχτό δωμάτιο ως ο πολιτιστικός πόλος
δ. ο περιβάλλων κήπος – ως φυτικό διάφραγμα διαχωρισμού και προστασίας
- Η αστική σκηνή : Η κεντρική πλατεία σχεδιάζεται ως αρχετυπικό παραλληλόγραμμο, αφαιρετικά, που σύνορα του έχει το θαλάσσιο όριο και το υδάτινο κανάλι, αποδίδοντας μια “φαινόμενη” αίσθηση αναχώρησης όλου του επιπέδου, έναν αποχωρισμό, αναδύοντας τις μνήμες τόσων αναχωρήσεων, χωρίς επιστροφή. Αποτελεί βάση, για την κινητική και οπτική εμπειρία του χώρου, το οποίο αφηγείται, χωρίς εικονογραφικά στοιχεία, μια χωρική κίνηση, μια μετατόπιση. Το δάπεδο, αποτελεί μια πλατφόρμα, ένα πεδίο, που υποδέχεται και φιλοξενεί δράσεις, αλλά και λειτουργεί ως ενεργοποίηση της εμπειρίας μέσω αυτής της “μεταφοράς”. Το δάπεδο της πλατείας κατοικείται, αποτελώντας τη μέγιστη αξιοποιήσει και μεγέθυνση του χώρου, αλλά και κατοικεί το ίδιο, στον τόπο της Ελούντας, ως genius loci. Αποδίδεται με ξύλινη υλικότητα, η πλατφόρμα που “φαινομενικά” αναχωρεί, ως πεποίθηση, πως η υλη αποκτά μια επιπλέον εννοιολογική δύναμη. Η ιδέα του παλλόμενου δαπέδου, της αναδίπλωσης του, με τη κυματοειδή του διατομή, καθορίζεται ως συνθετικό εργαλείο δράσης της πλατείας. Είναι χωρικές καμπύλες – στοιχεία κυματοειδούς διατομής, πολλαπλής χρήσης, (καθιστικά, skating, χώροι παιχνιδιού), ως συνέχεια του υλικού της πλατείας, παραπέμποντας στο δάπεδο των ιστιοφόρων, στις πασσαλόπηκτες προβλήτες, στο κανάλι του Πόρου, αποδίδοντας μια μοναδική ανάγλυφη αστική τοπογραφία. Η πλατεία δεν είναι απλά ένας άδειος χώρος, αλλά μια ενιαία χωρική οντότητα, ένα όλον, έτοιμο να δεχτεί και όχι να επιβάλλει, ανοιχτό και ελεύθερο, όπου ο κάτοικος – επισκέπτης της, ρυθμίζει αναλογώ τη διάθεση, καθιστώντας την, άρθρωση και γεγονός συνάντησης. Συγκατοικούν όλοι οι φοίνικες, το ηρώον και οι προτεινόμενες φωτιστικές στήλες, καθώς και «άτακτες» ενδοδαπέδιες φωτιστικές γραμμές, που «επιπλέουν» προς το σημεία αναχώρησης, δραματοποιώντας το χαρακτήρα της.
- Η Εσπλανάδα: Το παραλιακό μέτωπο οργανώνεται ως ένας ήρεμος πολιτιστικός περίπατος, σπειροειδούς κίνησης από ενιαίο λιθόστρωτο. Η ιδιότητα της ροϊκότητας, ως ένα συνεχές, ως μια διαδρομή χωρίς διακοπή, εγγράφεται πάνω στην επιφάνεια της, μετατρέποντας το χώρο σε ποιοτικό χρόνο. Θεωρώντας πως μια ιδέα φέρει το υλικό της, αντιστοιχείται το ιδεόγραμμα της σπείρας με το λιθόστρωτο, ως πράξη συνοχής, ενότητας και προσανατολισμού. Η ιδέα του ενιαίου δαπέδου, ενοποιεί όλο το χώρο, ως συνέχεια υλικού, από το θαλάσσιο περίγραμμα μέχρι τον αστικό σχηματισμό, μεγεθύνοντας τα αντιληπτικά όρια. Το ίδιο προεκτείνεται στο νότιο τμήμα του, προς τη θάλασσα, ως μια χειρονομία άρσης του σκληρού παραλιακού τέλους. Η εσπλανάδα εισχωρεί ομαλά προς τη θάλασσα, με χαμηλές βαθμίδες, ενεργοποιώντας δράσης σε αυτή τη διάχυση των ορίων, ώστε η πόλη να “σβήνει” και να ενώνεται με τη θάλασσα.
- Το ανοιχτό δωμάτιο: Η παραλιακή σπειροειδής διαδρομή καταλήγει σε έναν κεντρομόλο και περίοπτο χώρο, εντός του κόλπου, μετασχηματισμένο και αντιληπτό ως τοπόσημο. Εννοιολογικά προσδιορίζεται ως ένα ανοιχτό κυβικό δωμάτιο, ενώ προτείνεται να αποτελέσει υπαίθριο πολιτιστικό πόλο, αποδίδοντας στη θέση αντιστοιχία νήματος. Αποτελεί ενα ανοιχτό θέατρο και παράλληλα χωρο περιήγησης και ενατένισης της περιοχής του κόλπου (belvedere), ως μέρος και φυσική προέκταση της εσπλανάδας. Υλοποιείται ως ελαφρά μεταλλική κατασκευή με ξύλινη περσιδωτή επένδυση.
- Ο περιβάλλων κήπος : Ο σχεδιασμός ενός φυτικού άνυδρου οικοσυστήματος, ορίζεται ως μια μεταβατική ζώνη μεταξύ θαλάσσιας μάζας και αστικού σχηματισμού. Μια οργανωτική ζώνη φύτευσης περιβάλλει συνολικά το παραλιακό μέτωπο, διαχωρίζοντας και προστατεύοντας την κυκλοφορία πεζών. Οριοθετείται ως θεματικός κήπος, ως ο “κήπος του τόπου”, με ξηροφυτικά και αρωματικά είδη. Το όριο αυτό λόγω σχεδιασμού, προσλαμβάνει “πορώδη” χαρακτήρα εισχώρησης και παραμονής εντος του, άνω παράλληλα λειτουργεί ως διαχωριστική περιοχών. Ο κύκλος των εποχών αποτυπώνεται, ως χρωματική ανάλλαγη αυτής της επιφάνειας, διαφοροποιώντας ανάλογα, την εικόνα και την υφή της. Ένα περιβάλλον “χαλί” που αλλάζει με τις εποχές, προσφέροντας την εμπειρία των αρωμάτων και των βοτάνων του τόπου.
Υφές και Υλικότητα : Το λιθόστρωτο υλοποιείται ως επίστρωση, από φυσικούς κυβόλιθους, τοπικής ορθογωνισμένης πέτρας Ελούντας. Οι ενδιάμεσες ζώνες καννάβου, από βοτσαλωτό γαρμπιλόδεμα, με ψηφίδες στη μάζα τους και επιφάνεια χειροποίητα επιμελημένη, επιχειρούν να υλοποιήσουν μια υφή με καταγωγή. Η συνθετική προσέγγιση, αναζητά στην ανάγνωση και ερμηνεία του τόπου, τα στοιχεία της υλικότητας που τον προσδιόρισε. Η ανασκευή της ύλης σε δάπεδο, είναι πράξη εννοιολογικής συνένωσης και ενσωμάτωσης με ό,τι προϋπήρχε στον τόπο. Ο χώρος έχει το δάπεδο του, φέρει τη μνήμη του, τη μυθολογία του, σε μια μοναδικότητα τύπου, του Ολούντος (αχιβάδα – πορφύρα – ακονόπετρα – ψηφιδωτό – βοτσαλωτό, αλλά και ξύλο ως deck – διαχρονικό ναυπηγικό υλικό).