m-s-01
m-s-02
m-s-03
m-s-04
m-s-05
m-s-06
m-s-07
m-s-08
m-s-09
m-s-10
Print
m-s-12
m-s-13
m-s-14
+

Ανάπλαση Μικρολίμανου – Πειραιάς

Ανάπλαση Μικρολίμανου – Πειραιάς

x

(ΑΚΤΗ ΚΟΥΜΟΥΝΔΟΥΡΟΥ – AKTH ΔΗΛΑΒΕΡΗ – ΔΕΛΦΙΝΑΡΙΟ)

A΄ ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ – 2015

 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ:  A-G ARCHITECTS

Β. ΓΚΙΚΑΠΕΠΠΑΣ- Κ.ΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ – Δ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ – Μ.Ι.ΤΖΑΝΝΕΣ – Χ.ΤΣΙΡΩΝΗ

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ : Α. ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

 

Η ακτή Κουμουνδούρου – Δηλαβέρη είναι ένα παραθαλάσσιο όριο, μια ενδιάμεση ζώνη μεταξύ αστικού σχηματισμού και υδάτινου στοιχείου. Είναι ένας τόπος συνάντησης, συνύπαρξης, διαχείρισης δηλαδή ενός “ελεύθερου χρόνου” που περιβάλλει. Η ανάπλαση δεν θεωρήθηκε μια αισθητική ή ταξινομητική μόνον επέμβαση, αλλά μια ιεραρχημένη τοπολογία διακριτών ρόλων, ένα πεδίο συμπύκνωσης νοημάτων και εννοιών, ως μηχανισμός ενεργοποίησης του τόπου και του χρόνου του.

 

Επτά (-7-) αστικές πράξεις – ως προσδιορισμένοι “τόποι εννοιών και αντιστοιχίσεων” – λαμβάνουν χώρα, συγκροτούν το νοηματικό περιεχόμενο της πρότασης και αποτελούν το εργαλείο ερμηνείας της αφηγηματικής κατασκευής:

  1. ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ
  2. ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΚΑΙ Ο ΚΗΠΟΣ
  3. ΑΝΑΔΙΠΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ
  4. ΑΣΤΙΚΕΣ ΤΟΜΕΣ
  5. ΤΟ ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟ ΕΞΑΡΤΗΜΑ
  6. Η ΑΛΕΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΟΡΙΟΥ
  7. Η ΥΔΑΤΙΝΗ ΣΤΟΑ

 

Η κλειστότητα του κόλπου του Μικρολίμανου ανέκαθεν διαφύλαττε τη θεατρικότητά του, ένα κοίλον (το φυσικό ανάγλυφο) και μια υδάτινη σκηνή (ο θαλάσσιος δίσκος της), εντός της οποίας το ίδιο έργο εκτελείται αιώνες τώρα, σε διαφορετικές παραλλαγές, αλλά με την ίδια πλοκή και θέμα: η αναχώρηση και η επιστροφή του ταξιδιού. Οι χαρακτήρες παραμένουν οι ίδιοι, αυτός που φεύγει και αυτός που μένει, εναλλάσσοντας ρόλους θεατή – ηθοποιού, καθήμενου – διερχόμενου, ταξιδιώτη – παρατηρητή, καθιστά αυτό το όριο, άρθρωση και γεγονός συνάντησης. Προτείνεται η ένταση αυτού που ο τόπος υπαγορεύει, την ανάπτυξη κερκίδων, αξιοποιώντας το ανάγλυφο του εδάφους, ως ένα φυσικό “αμφιθέατρο” ενατένισης του “έργου”. Όλο το παραλιακό μέτωπο οργανώνεται ως ένας ήρεμος πολιτιστικός περίπατος, ως ένα συνεχές, μια λιθόστρωτη διαδρομή χωρίς διακοπή, που εγγράφεται πάνω στην επιφάνειά της, μεγεθύνοντας τα αντιληπτικά όρια, μετατρέποντας το χώρο σε ποιοτικό χρόνο. Η ιεράρχηση των χρήσεων και λειτουργιών ορίζει και την πολιτική διαχείρισης του χώρου, οργανωμένες σε ομόκεντρες ζώνες, όπως το ιδεόγραμμα των κυκλικών δονητικών κυματισμών. Αποτελεί έναν αστικό συντελεστή, ένα “πεδίο” δράσης, που υποδέχεται και φιλοξενεί. Το όριο αυτό κατοικείται, αποτελώντας τη μέγιστη αξιοποίηση και μεγέθυνση του χώρου, αλλά και κατοικεί το ίδιο, μοναδικά, σε μια εν τόπω σχέση, ως genius loci.

 

Η προσθήκη κτιρίων στάθμευσης, ως αίτημα συνύπαρξης πλησίον ενός αξιόλογου δείγματος ελληνικού μοντερνισμού, (πνευματικό κέντρο-έργο του Ι.Λιάπη) δεν αποφασίστηκε ως σχέση σύγκρουσης ή σύγκρισης, αλλά ως τρόπος της υλικής εξουδετέρωσής της. Το εργαλείο “έδαφος” γίνεται πολυμήχανο, αποκτώντας ενεργητικό πρωτεύοντα ρόλο και όχι απλά μια επιφάνεια εναπόθεσης αντικειμένων. Αποτελεί το ίδιο ένα εκτεταμένο πεδίο ενοποιητικού χαρακτήρα, που φέρει συνθετικούς χειρισμούς αναδίπλωσης και ολίσθησης. Χειρισμοί άροσης και διείσδυσης, συγκεντρώνουν και εκτονώνουν τον πολιτιστικό χαρακτήρα του όμορου πνευματικού κέντρου, ως βιωματική εμπειρία κατοίκησης ενός βατού φυτεμένου δώματος και μιας πλατείας.

Τοπιακοί όροι, διαχείρισης της υλικότητας εδαφών όπως,

–   Επιφάνειες αστικού ανάγλυφου(groundscape)

–   Ζώνες και τοπία φυτεύσεων(greenscape)

– Διείσδυση Υδάτινων επιφανειών(waterscape)

συμπληρώνουν τον τρόπο που αυτό αναπτύσσεται και συνυπάρχει στο χώρο.

 

Η ένταξη του δευτέρου κτιρίου στάθμευσης, θεωρείται επίσης πράξη αφομοίωσης και ενσωμάτωσης της κτιριακής μάζας από το φυσικό επικλινές ανάγλυφο, μετατρέποντας το δώμα, σε φυτεμένη βατή επιφάνεια, ως ένας θεματικός κήπος. Αποτελεί τη συνέχεια και διάχυση του ανοιχτού ελεύθερου δημόσιου χώρου,   ως belvedere   ενατένισης, αυτού που ανέκαθεν πρόβαλλε το κοίλον του τόπου, τη θέα.

 

Κατάλληλα ορισμένες θέσεις-σημεία συγκροτούν την ελλείπουσα σημασία του τόπου, αναδεικνύοντας τις αρετές αυτής της διαδρομής, όπως

–   η μετάβαση από το αστικό στο φυσικό, αποκλειστικά μέσω μιας υδάτινης στοάς, ως μια δίοδος, όπου η ανοιχτή πλευρά της ορίζεται από μια υδατόπτωση, ως η δράση ενός υγρού διαφράγματος και το τέλος του καναλιού.

–   Η κατάληξη μιας αλέας ως διάλυση του τεχνητού στο κανάλι, ορίζοντας με τον τρόπο αυτό και τη σημασία του σημείου.

–   Τα ευρήματα των αρχαίων Νεώσοικων αποκαλύπτονται ως η συνέχεια ενός υπεδάφους που διακρίνεται από επαλληλία στρώσεων(layering), λειτουργώντας με τη λογική της αποφλοίωσης, ως αστικές τομές, ώστε να αναδυθεί και παρουσιαστεί το προηγούμενο, ως ιστορικό τεκμήριο.

 

 

ΤΟ ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟ ΕΞΑΡΤΗΜΑ (Αποκατάσταση Πνευματικού Κέντρου κληροδοτήματος Ζαχαρίου, έργο του καθηγητή Ι.Λιάπη-1970)

Η επέμβαση διαπραγματεύεται την αποκατάσταση ενός αστικού αντικειμένου, ενός κτιριακού δείγματος μοντερνισμού, ως ανάδυση αρχών και αντιλήψεων σχεδιασμού. Μια συνθήκη, που ο ίδιος ο τόπος υπαγόρευσε, ως μια διεργασία ιδιοποίησης του τοπογραφικού συστήματος. Παράγεται από αυτόν καθεαυτόν, ως καθορισμού της σημασίας του σημείου, της επιθυμίας εποπτείας του ανοιχτού ορίζοντα, της ευρύτητας του μεγάλου εσωτερικού, της μεταγραφής της εμπειρίας του πλοίου, του ταξιδιού, έννοιες που αντιστοιχούν στο λεξιλόγιο των προτεταμένων προβόλων, της ελεύθερης διάταξης, της architectural promenade. Ο τόπος γειώνει το κτίριο, ως κτήμα του και εξάρτημα της θέσης, εκθέτει την υλικότητα του ως η τεχνητή εκδοχή βράχου, ως αιώρηση τεχνήματος. Προτείνεται η ολοκλήρωση της διδαχής του, ως κτιριακό κέλυφος και επίδραση, όπως αυτό μελετήθηκε, με μικρές τροποποιήσεις στο εσωτερικό του, σύμφωνες με τον παρόντα χρόνο. Η προσθήκη ενός ρηχού υδάτινου φράγματος, προστατεύει και διαχωρίζει το κτίριο, εκθέτοντας τη μοναδικότητά του ως ακεραιότητα αντικειμένου. Συνδέεται με την όμορη παρέμβαση του ανοιχτού χώρου, ως ένα αδιαίρετο ενιαίο όλον, διατηρώντας την πνευματικότητα της ύλης, αλλά και την υλικότητα της ιδέας του, όπως ο Ι. Λιάπης επιθυμούσε.

Dev by Jellyfish Media Labs